Εσείς γνωρίζετε ό,τι χρειάζεται για την Ατοπική Δερματίτιδα;

Αύξηση των περιστατικών ατοπικής δερματίτιδας.

Η ατοπική δερματίτιδα είναι μία φλεγμονώδης δερματοπάθεια, η συχνότητα της οποίας αυξάνεταi ολοένα και περισσότερο τα τελευταία χρόνια. 

Εκτιμάται πως ένας στους έξι ανθρώπους ταλαιπωρείται από ατοπική δερματίτιδα που εκδηλώνεται ως φλεγμονή ή ερεθισμός του δέρματος.

Σύμφωνα με τον Δερματολόγο – Αφροδισιολόγο Γιώργο Τάχια, πρόκειται για ένα χρόνιο νόσημα που εξελίσσεται με υποτροπές-εξάρσεις και υφέσεις. Οι ασθενείς υποφέρουν από έντονο και βασανιστικό κνησμό και εμφανίζουν εξάνθημα που συνίσταται σε ερύθημα και βλατιδοφυσαλλίδες και πολύ συχνά συνοδεύεται από έντονη ξηρότητα του δέρματος με απολέπιση και λειχηνοποίηση, ενώ το δερματολογικό αυτό νόσημα εμφανίζεται κυρίως σε άτομα γενετικά προδιατεθειμένα. Ανάλογα με την ηλικία διακρίνουμε τρεις κλινικές μορφές της ατοπικής δερματίτιδας: 1. βρεφικό έκζεμα, 2. ατοπική δερματίτιδα της παιδικής ηλικίας και 3. ατοπική δερματίτιδα των εφήβων και ενηλίκων.

Όπως σημειώνει ο κ. Τάχιας, η πρώτη εκδήλωση του εκζέματος γίνεται συνήθως μεταξύ του 2ου και 6ου μήνα της ζωής και έχει παρατηρηθεί ότι σε ποσοστό πάνω από 80% οι εκδηλώσεις της ατοπικής δερματίτιδας δεν διαρκούν πέραν της ηλικίας των 10-12 ετών. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, η κατάσταση μετατρέπεται σε υποξεία ή χρόνια με χαρακτηριστικά κλινικά ευρήματα. Βέβαια η ατοπική δερματίτιδα δεν είναι αποκλειστικά παιδική νόσος, υπογραμμίζει ο κ. Τάχιας και προσθέτει πως «τα τελευταία χρόνια παρατηρείται παγκοσμίως μία σημαντική αύξηση στην επίπτωση της νόσου, κυρίως σε άτομα ηλικίας 20 έως 35 ετών, η ζωή των οποίων αλλάζει σημαντικά». Μελέτες έχουν δείξει ότι οι νέοι που εμφανίζουν τη νόσο αποφεύγουν να εκθέτουν το σώμα τους, ακόμη και να αθλούνται. Έχει υπολογιστεί ότι επτά στους δέκα ασθενείς υποφέρουν από ψυχολογική πίεση και ότι η νόσος επηρεάζει σημαντικά τις διαπροσωπικές σχέσεις και την ερωτική ζωή του 30% των ασθενών.

Τι εμφανίζουν οι ασθενείς;

Τα βρέφη εμφανίζουν οξεία δερματίτιδα, με εκλεκτική εντόπιση το πρόσωπο, όπου προσβάλλονται οι παρειές και το μέτωπο, ενώ είναι ελεύθερες οι περιοχές γύρω από τα μάτια και το στόμα, όπως επίσης η μύτη και το πηγούνι. Το βρεφικό έκζεμα χαρακτηρίζεται από ερυθηματώδεις πλάκες που έχουν στην επιφάνειά τους ορορροούσες φυσαλλίδες, βλατίδες, διαβρώσεις, εφελκίδες και λέπια. Το εξάνθημα επεκτείνεται και καταλαμβάνει κυρίως το τριχωτό της κεφαλής, τα αυτιά, το λαιμό και λιγότερο τον κορμό και τα άκρα. Ο έντονος, επίμονος και βασανιστικός κνησμός δεν επιτρέπει στα βρέφη να τρέφονται και να κοιμούνται σωστά, ενώ το δέρμα τους γενικά είναι ξηρό, ιδίως στην κοιλιά, και στους μηρούς. Η ατοπική δερματίτιδα της παιδικής ηλικίας αποτελεί συνέχεια του βρεφικού εκζέματος ή μπορεί να εμφανισθεί σαν πρώτη εκδήλωση της ατοπίας.Το εξάνθημα εδώ συνίσταται είτε από βλατίδες με διαβρωμένη κορυφή, κυρίως στην καμπτική επιφάνεια των καρπών, των αγκώνων, των γονάτων (ιγνυακές κοιλότητες) και στις πτυχές του λαιμού,είτε από πλάκες λειχηνοποιημένες. Σπανιότερα αναπτύσσεται στο πρόσωπο και το τριχωτό της κεφαλής και ακόμα πιο σπάνια στους μηρούς, τους γλουτούς, τα χέρια και το υπόλοιπο σώμα. Αντίθετα με το βρεφικό έκζεμα, η ατοπική δερματίτιδα της παιδικής ηλικίας μπορεί να εντοπίζεται και στα χείλη ή γύρω από το στόμα. Η νόσος εξελίσσεται, όπως και στο βρεφικό έκζεμα, με εξάρσεις και υφέσεις. Τόσο στα βρέφη όσο και στους εφήβους ο ξεσμός δημιουργεί κατάλληλες συνθήκες επιμόλυνσης με κόκκους ή ιούς. Σε ηλικία 10 – 12 χρονών ή και πιο νωρίς, μπορεί να υποχωρήσει και να ιαθεί ή να μεταπέσει στην τρίτη μορφή της ατοπικής δερματίτιδας ή σε αλλεργική ρινίτιδα ή άσθμα. Η ατοπική δερματίτιδα των εφήβων και ενηλίκων εμφανίζεται σε ηλικίες από 16 έως και 45 ετών και συνήθως αποτελεί συνέχεια της ατοπικής δερματίτιδας της παιδικής ηλικίας. Μετά την ηλικία των 16 χρόνων μπορεί να παρατηρηθεί για πρώτη φορά (έναρξη ατοπίας) σε μικρό ποσοστό. Η νόσος εντοπίζεται στις καμπτικές επιφάνειες των αγκώνων και των γονάτων, στο λαιμό και τα βλέφαρα. Μπορεί όμως να παρατηρηθεί και σε άλλες περιοχές, όπως στο τριχωτό της κεφαλής, στο μέτωπο,στον αυχένα, στον κορμό (στις θηλές των μαστών),στο εφήβαιο, στα ριζομήρια, στους αστραγάλους,στη ραχιαία επιφάνεια των χεριών και των ποδιών και στη γεννητική χώρα. Μερικές φορές μπορεί να καταλάβει όλο το σώμα (ερυθροδερμία). Η ατοπική δερματίτιδα των εφήβων και ενηλίκων χαρακτηρίζεται από βλατίδες, που συρρέουν και σχηματίζουν πλάκες λειχηνοποιημένες, χροιάς καστανέρυθρης μέχρι μελανόφαιης, με όρια ασαφή. Στην επιφάνεια των πλακών μπορεί να παρατηρηθούν διαβρώσεις, εφελκίδες, αχρωμικές κηλίδες, Όπως και βλάβες οξείας δερματίτιδας ή επιμολύνσεων. Το εξάνθημα συνοδεύεται από εντονότατο κνησμό, που είναι συνεχής με παροξυσμούς, ή περιοδικός με εξάρσεις και υφέσεις. Οι παροξυσμοί και οι εξάρσεις παρατηρούνται έπειτα από απότομη αλλαγή της θερμοκρασίας του περιβάλλοντος,έντονη εφίδρωση, ψυχική υπερένταση ή σωματική κόπωση. Από τον ξεσμό και τις συχνές επιμολύνσεις, οι επιχώριοι λεμφαδένες είναι διογκωμένοι και σκληροί. Το δέρμα του προσώπου είναι ωχρό και μελαγχρωματικό, ιδιαίτερα κάτω από τα μάτια. Η νόσος εξελίσσεται χρόνια, με εξάρσεις και υφέσεις. Στην ηλικία των 30 χρόνων, το εξάνθημα περιορίζεται συνήθως στα χέρια και τα πόδια. Πάντως, σε μερικούς επιμένει και υποχωρεί, τελικά, μετά την 4η -5η δεκαετία της ζωής τους. 

 Διάγνωση δερματολόγου

Η διάγνωση της ατοπικής δερματίτιδας από τους δερματολόγους, μας εξηγεί ο κ. Τάχιας, τίθεται με βάση τα διαγνωστικά κριτήρια των Hanifin και Rajka που διακρίνονται σε μείζονα και ελάσσονα. Τη διάγνωση μπορεί να θέσουν τρία από τα μείζονα κριτήρια μαζί με τρία τουλάχιστον ελάσσονα.Τα μείζονα κριτήρια είναι: 1) η παρουσία κνησμού, 2) η τυπική μορφολογία και κατανομή: α) στα βρέφη: χαρακτηριστικό εξάνθημα στο πρόσωπο (προσωπείο του Unna) β) στα παιδιά: χαρακτηριστική εντόπιση στις καμπτικές επιφάνειες των άνω και κάτω άκρων και γ) στους ενήλικες: λειχηνοποίηση των πτυχών, 3) η χρόνια ή υποτροπιάζουσα δερματίτιδα και 4) το ατομικό ή οικογενειακό ιστορικό ατοπίας (άσθμα, αλλεργική ρινίτιδα, ατοπική δερματίτιδα).

Τα ελάσσονα κριτήρια είναι: 1) ξηρότητα δέρματος, 2) ιχθύαση / αύξηση των αυλακώσεων των παλαμών – πελμάτων, 3) αντίδραση υπερευαισθησίας τύπου Ι, 4) αυξημένα επίπεδα ΙgE στον ορό, 5)πρώιμη εμφάνιση (σε μικρή ηλικία), 6) αυξημένη ευαισθησία σε δερματικές λοιμώξεις (Χρυσ. σταφυλόκοκκος, απλός έρπης) / ελαττωμένη κυτταρική ανοσία, 7) μη ειδική δερματίτιδα χεριών / ποδιών, 8) έκζεμαθηλής μαστού, 9) χειλίτιδα, 10) υποτροπιάζουσα επιπεφυκίτιδα, 11) πτυχές Dennie – Morgan,μαύροι κύκλοι κάτω βλεφάρων, 12) κερατόκωνος,13) πρόσθιος υποκαψικός καταρράκτης, 14) ωχρότητα / ερύθημα προσώπου, 15) λευκή πιτυρίαση,16) πτυχές τραχήλου, 17) κνησμός μετά την εφίδρωση, 18) δυσανεξία στο μαλλί και στα διαλυτικά,19) περιθυλακική υπερκεράτωση 20) δυσανεξία σετροφές, 21) πορεία νόσου επηρεαζόμενη από περιβαλλοντικούς και συναισθηματικούς παράγοντες και 22) λευκός δερμογραφισμός.

Ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο για τη νόσο είναι ότι τα παιδιά με ατοπική δερματίτιδα παρουσιάζουν υψηλό κίνδυνο να αναπτύξουν αλλεργικό άσθμα και αλλεργική ρινίτιδα. Όπως διευκρινίζει ο κ. Τάχιας, από τα παιδιά με ατοπική δερματίτιδα στα πρώτα 2 χρόνια της ζωής τους, το 50% θα εμφανίσει άσθμα μέσα στα επόμενα χρόνια.

Ο μήνας γέννησης έχει σχέση με τη νόσο;

Αρκετές μελέτες έχουν επικεντρώσει το ενδιαφέρον τους στη σημασία του μήνα γέννησης του μωρού για την ανάπτυξη της ατοπικής δερματίτιδας.

Οι μελέτες αυτές βασίζονται στην υπόθεση ότι η έκθεση σε εποχιακά αλλεργιογόνα κατά τη διάρκεια των πρώτων ημερών της ζωής, όταν το ανοσοποιητικό σύστημα του νεογνού ωριμάζει μπορεί να οδηγήσει σε ευαισθητοποίηση και επακόλουθη ανάπτυξη της νόσου. Σύμφωνα με τον κ.Τάχια, μελέτες έχουν δείξει ότι τα παιδιά που γεννιούνται το φθινόπωρο εμφανίζουν συχνότερα ατοπική δερματίτιδα σε σύγκριση με τα παιδιά που γεννιούνται την άνοιξη. Να σημειωθεί εδώ ότι και η πλειοψηφία των ενηλίκων ασθενών με έκζεμα αναφέρει επιδείνωση της κατάστασής τους τους χειμερινούς μήνες και σημαντική βελτίωση το καλοκαίρι. Μεταξύ των μη κληρονομούμενων καθοριστικών παραγόντων για την ανάπτυξη της ατοπικής δερματίτιδας έχει διερευνηθεί ο ρόλος του καπνίσματος. Μελέτες έχουν δείξει ότι το κάπνισμα της μητέρας κατά την κύηση και γαλουχία διπλασιάζει τον κίνδυνο για εμφάνιση της νόσου, ενώ υπάρχουν ενδείξεις ότι η επίπτωση του βρεφικού εκζέματος μειώνεται αν το νεογνό θηλάσει για 4 τουλάχιστον μήνες.

Πρόληψη

Η νόσος επιδεινώνεται από το ξηρό περιβάλλον, από στενά συνθετικά ή μάλλινα ενδύματα και τηνυπερβολική εφίδρωση. Προσοχή πρέπει να δίνεταιστις απότομες μεταβολές της θερμοκρασίας και της υγρασίας, στη σκόνη από χαλιά, μοκέτες και χνουδωτά αντικείμενα, στις τρίχες από τα κατοικίδια, καθώς και σε τροφές ή ουσίες που προκαλούν κνησμό και οδηγούν συχνά σε μεγάλες εξάρσεις. Παράλληλα την ατοπική δερματίτιδα επιδεινώνουν κάποια συστατικά των προϊόντων περιποίησης. Ο κ. Τάχιας συμβουλεύει τους ασθενείς να επιλέγουν προϊόντα που είναι κατάλληλα για ευαίσθητο δέρμα και δερματολογικά ελεγμένα. «Προσοχή πρέπει να δίνουν οι ασθενείς και στα προϊόντα με αρώματα, ενώ καλό είναι να επιλέγονται υποαλλεργικά καθαριστικά για τα ρούχα» αναφέρει ο ίδιος. Οι ασθενείς δεν πρέπει να χρησιμοποιούν πολύ συχνά αντισηπτικά σαπούνια γιατί προκαλούν ξήρανση του δέρματος, να μην κάνουν μπάνιο με  καυτό νερό και να σκουπίζουν ελαφρά το σώμα με μία πετσέτα μετά το μπάνιο χωρίς να το τρίβουν δυνατά, ενώ ιδιαίτερη έμφαση πρέπει να δίνεται στο ψυχοσωματικό παράγοντα, αφού το στρες αποτελεί ουσιαστικό ρυθμιστή της νόσου. Σύμφωνα με μελέτες, το 35,5% των ενηλίκων δηλώνει ότι η νόσος επηρεάζεται άμεσα από τη διάθεση, και ειδικά από άγχος, στενοχώρια, καταστάσεις ανταγωνισμού και συγκρούσεων, καθώς και σε περιόδους διακοπών.

Παράγοντες κινδύνου

Η οικογενειακή προδιάθεση φαίνεται να παίζει το σημαντικότερο ρόλο στην εμφάνιση της ατοπικής δερματίτιδας, τονίζει ο Δερματολόγος –Αφροδιοσιλόγος Γιώργος Τάχιας. Σύμφωνα με μελέτες, το 56% των παιδιών με ένα γονέα που πάσχει από ατοπική δερματίτιδα και το 81% των παιδιών με δύο γονείς που πάσχουν, αναπτύσσουν τη νόσο. Επίσης, σε μελέτη που έγινε σε δίδυμα, η επίπτωση της νόσου ήταν μεγαλύτερη σε μονοζυγώτες απ’ ό,τι σε διζυγώτες. Αν και η επίπτωση του αλλεργικού άσθματος (73%) και της αλλεργικής ρινίτιδας (32%) σε οικογένειες με ασθενείς με ατοπική δερματίτιδα και χωρίς ατομικό ιστορικό αναπνευστικής αλλεργίας είναι αρκετά υψηλό, η επίπτωση της ατοπικής δερματίτιδας σε οικογένειες με ατοπική δερματίτιδα και χωρίς ατομικό ιστορικό ή και με ιστορικό αναπνευστικής αλλεργίας ήταν μόνο 34% και 27% αντίστοιχα. Η παρατήρηση αυτή οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η κληρονομικότητα της ατοπικής δερματίτιδας σχετίζεται περισσότερο με την ατοπία, ιδιαίτερα την αναπνευστική αλλεργία, απ΄ό,τι την ίδια την ατοπική δερματίτιδα.

Θεραπεία

Η σύγχρονη αντιμετώπιση της ατοπικής δερματίτιδας διακρίνεται σε τρεις φάσεις: 1. φάση εφόδου, 2. φάση συντήρησης του αποτελέσματος και 3. θεραπεία των εξάρσεων. Σύμφωνα με τον κ. Τάχια, και στις τρεις φάσεις και ανεξάρτητα από τη βαρύτητα της νόσου η προσέγγιση περιλαμβάνει τη βασική θεραπεία, που είναι η ενυδάτωση και φροντίδα του δέρματος, την αποφυγή εκλυτικών παραγόντων (όπως λοιμώξεις,ερεθιστικές ουσίες, περιβαλλοντικά και τροφικά αλλεργιογόνα), την ψυχολογική υποστήριξη για τη μείωση του άγχους και τη φαρμακευτική αγωγή (τοπική και συστηματική). Για την αποκατάσταση της λειτουργίας του φραγμού της επιδερμίδας συνιστάται η συχνή εφαρμογή μαλακτικών κρεμών. Στην επιλογή των σωστών κρεμών μπορεί να βοηθήσει τους ασθενείς και ο φαρμακοποιός, ο οποίος χορηγεί τα κατάλληλα προϊόντα για το δέρμα των ασθενών και μπορεί να δώσει οδηγίες για τη σωστή εφαρμογή τους.Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το δέρμα των ασθενών με ατοπική δερματίτιδα έχει αυξημένη απώλεια ύδατος, μειωμένη περιεκτικότητα ύδατος και λιπιδίων στην κερατίνη στιβάδα, μικρότερα κερατινοκύτταρα, που όλα οδηγούν στην ξηροδερμία. Η ενυδάτωση του δέρματος με χρήση ενυδατικών κρεμών, καθαριότητα και φροντίδα της περιοχής είναι το πρώτο βήμα προκειμένου οι ασθενείς να αντιμετωπίσουν τα συμπτώματα της νόσου και να έχουν μία πολύ καλή ποιότητα ζωής. Για τη θεραπεία της νόσου χρησιμοποιούνται τα τοπικά κορτικοστεροειδή καθώς μπορούν να δράσουν αντιφλεγμονωδώς, να προκαλέσουν ανοσοκαταστολή και αγγειοσύσπαση και να επηρεάσουν τη σύνθεση του DNA. Τα τοπικά στεροειδή ταξινομούνται σε τέσσερις κατηγορίες ανάλογα με την ισχύ τους: ήπια, μέτρια, ισχυρά και πολύ ισχυρά. Η τελική επιλογή του σκευάσματος γίνεται με βάση την ισχύ του, την περιοχή του σώματος που θα εφαρμοστεί και με βάση την ηλικία του ασθενούς. Σημαντική πρόοδο στη θεραπεία

της ατοπικής δερματίτιδας αποτελούν οι τοπικοί αναστολείς της καλσινευρίνης. Πρόκειται για μη κορτιζονούχες αντιφλεγμονώδεις ανοσορρυθμιστικές ουσίες που αναστέλλουν τη σύνθεση και απελευθέρωση κυτταροκινών μέσω αναστολής της καλσινευρίνης. Οι ουσίες αυτές, όπως είναι το Pimecrolimus και το Tacrolimus, ενδείκνυνται για τη μακροχρόνια αντιμετώπιση της νόσου σε παιδιά πάνω από 2 ετών και σε ενήλικες. Η αποτελεσματικότητά τους έχει τεκμηριωθεί με πάρα πολλές μελέτες τόσο στην αντιμετώπιση του κνησμού, ήδη από την πρώτη εβδομάδα εφαρμογής, όσο και στη σημαντική μείωση της χρήσης στεροειδών, στην αύξηση του χρόνου χωρίς θεραπευτική αγωγή και στη μείωση των εξάρσεων. Μεγάλο ρόλο στη θεραπεία της ατοπικής δερματίτιδας παίζει και η αντιμικροβιακή αγωγή, τοπική κυρίως, αλλά και η συστηματική. Το 94% των ασθενών είναι φορείς του χρυσίζοντα σταφυλοκόκκου.

ΑΤΟΠΙΚΗ ΔΕΡΜΑΤΙΤΙΔΑ

Αφιέρωμα στο δέρμα και στη ρινική κοιλότητα. Εκτός από τα τοπικά αντισηπτικά (triclosan, chlorhexidine, octenidine, povidone-iodine), το φουσιδικό οξύ είναι φάρμακο εκλογής λόγω αναστολής του σταφυλόκοκκου σε πολύ χαμηλές συγκεντρώσεις. Ο συνδυασμός του με κορτικοστεροειδή είναι πιο δραστικός από τη μεμονωμένη χρήση των δύο φαρμάκων. Μάλιστα συνιστάται ένα σχήμα κυκλικής θεραπείας με 2 εβδομάδες χορήγηση, μετά διακοπή και επανάληψη στην έξαρση, ακόμη και κάθε μήνα. Σε δερματική λοίμωξη η χορήγηση αντιβιοτικού (ερυθρομυκίνη, φουσιδικό οξύ, άλλες μακρολίδες και κεφαλοσπορίνες) έχει εξαιρετικά αποτελέσματα για 7-10 ημέρες. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα σκευάσματα χωρίς κορτιζόνη, με ιδιότητες αντιφλεγμονώδεις και αντικνησμώδεις και την ικανότητα να αποκαθιστούν τον επιδερμιδικό φραγμό. Το σκεύασμα με τα συστατικά Glycyrrhetinic acid / Telmesteine /Vitis vinifera + Hyaluronic acid + shea butter είναι καλά ανεκτό, αποτελεσματικό και ασφαλές για όλες τις ηλικίες και σε όλο το σώμα.

Συστηματικές θεραπείες

Τα αντιϊσταμινικά είναι τα πιο συχνά συνταγογραφούμενα συστηματικά φάρμακα στην ατοπική δερματίτιδα, ως επιπρόσθετα στην τοπική αγωγή. Το θεραπευτικό τους όφελος πιθανόν να είναι αποτέλεσμα και της ηρεμιστικής τους δράσης. Στις εξάρσεις της νόσου βοηθούν σημαντικά γιατί βελτιώνουν την ποιότητα του ύπνου. Πολύ αποτελεσματική στις εξάρσεις της νόσου είναι και η χορήγηση συστηματικών κορτικοστεροειδών για μικρό χρονικό διάστημα, ενώ και η κυκλοσπορίνη χρησιμοποιείται πολύ συχνά από τους δερματολόγους για την αντιμετώπιση διαφόρων παθήσεων που συνοδεύονται από κνησμό, γιατί μειώνει τα επίπεδα των κυτταροκινών που προάγουν τη φλεγμονή. Η κυκλοσπορίνη τροποποιεί την εξέλιξη της νόσου, γεγονός που διαπιστώνεται στις υποτροπές, των οποίων η βαρύτητα είναι ηπιότερη από την αρχική κλινική εικόνα (πριν από τη χορήγηση κυκλοσπορίνης). Οι τρεις αυτές θεραπευτικές επιλογές, δηλαδή τα αντιϊσταμινικά, τα κορτικοστεροειδή και η κυκλοσπορίνη είναι τα πιο διαδεδομένα συστηματικά χορηγούμενα φάρμακα. Σε περιστατικά σοβαρής και υποτροπιάζουσας ατοπικής δερματίτιδας χορηγείται η αζαθειοπρίνη, η οποία επηρεάζει τη σύνθεση και το μεταβολισμό των πουρινών των νουκλεοτιδίων. Η έναρξη δράσης είναι πολύ βραδεία και πρέπει να ελέγχεται ο ασθενής ανά τακτά χρονικά διαστήματα, λόγω αρκετών ανεπιθύμητων ενεργειών. Επίσης, η μυκοφαινολάτη η μοφετιλική εμποδίζει την ενεργοποίηση των Τ- και Β-λεμφοκυττάρων,αναστέλλοντας τη σύνθεση των πουρινών, ενώ η ιντερφερόνη-γ χορηγείται ως αιτιολογική θεραπεία για την αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ Τh-1 και Th-2 λεμφοκυττάρων. Σύμφωνα με μελέτες, οι ασθενείς με χαμηλή ανοσοσφαιρίνη IgE και χαμηλά εωσινόφιλα φαίνεται να ωφελούνται περισσότερο από τη χορήγηση της IFN-γ. Παράλληλα άδεια κυκλοφορίας από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει πάρει ένα νέο φάρμακο για τη θεραπεία ασθενών με μέτρια έως σοβαρή ατοπική δερματίτιδα, των οποίων η νόσος δεν ελέγχεται επαρκώς με συνταγογραφούμενες θεραπείες που εφαρμόζονται τοπικά στο δέρμα ή στην περίπτωση που οι συγκεκριμένες θεραπείες δεν ενδείκνυνται. Πρόκειται για ένα μονοκλωνικό αντίσωμα που αναστέλλει την υπερενεργή σηματοδότηση δύο βασικών κυτοκινών, της IL-4 και της IL-13, οι οποίες πιστεύεται ότι αποτελούν σημαντικό παράγοντα της επίμονης φλεγμονής στην ατοπική δερματίτιδα. Το dupilumab χορηγείται ενέσιμα κάθε δύο εβδομάδες υποδορίως από τον ίδιο τον ασθενή και μπορεί να χρησιμοποιείται με ή χωρίς τοπικά κορτικοστεροειδή.